Συνεχίζοντας
την προσπάθεια ο γράφον να αναδειχθούν
θέματα δύσκολα ή και ταμπού για την
Ελληνική κοινωνία που αφορούν τόσο την
άμυνα όσο και την εξωτερική πολιτική,
προσεγγίζουμε ένα θέμα που ελάχιστα
έχει συζητηθεί στην Ελλάδα στα σοβαρά.
Σε μια αρκετά ανδροκρατούμενη και σε
μεγάλο βαθμό ακόμα ανώριμη κοινωνία
και πολύ περισσότερο σε ένα παραδοσιακά
ανδρικό λειτούργημα όπως είναι η άμυνα
της πατρίδας, φαινομενικά δεν υπάρχει
ρόλος για τη γυναίκα. Επαγγελματίες εκ
των παραγωγικών σχολών αλλά και ΕΠΟΠ
υπάρχουν εδώ και χρόνια, όμως σε αυτό
το σημείο είναι που εντοπίζεται και η
αντίφαση της περίπτωσής μας: ενώ ορθά
αποδεχόμαστε τις ικανότητες των γυναικών
να προσφέρουν ακόμα και σε αμιγώς μάχιμα
καθήκοντα, αντιμετωπίζεται ως αδιανόητη,
ακραία έως και…φασιστική(!) η οποιαδήποτε
σκέψη για επέκταση του θεσμού της θητείας
και στο «ασθενές» φύλο.
Του
Παναγιώτη Α. Καράμπελα* - 24/06/2014
Οι
δυνατότητες, η αποφασιστικότητα ακόμα
και οι μαχητικές ικανότητες των γυναικών
είναι ιστορικά αποδεδειγμένες σε πολλές
περιπτώσεις. Από την πρόσφατη μόνο
ιστορία μπορούμε να αναφέρουμε τις
Μανιάτισσες και την υποδοχή που έκαναν
στην εκ των μετόπισθεν κυκλωτική κίνηση
των 3500 στρατιωτών του Ιμπραήμ πριν ακριβώς 188 χρόνια στη μάχη
του Δυρού στις 23 Ιουνίου 1826 ή στις
Βορειοηπειρώτισσες καθ’ όλη την διάρκεια
του Αγώνα για την απελευθέρωση της
Βορείου Ηπείρου το 1917. Η δε συνεισφορά
των γυναικών στο Βορειοηπειρωτικό έπος
του 1940 είναι τόσο σημαντική που με
σχετική ασφάλεια μπορούμε να πούμε ότι
η έκβαση του αγώνα ενδεχομένως να μην
ήταν η ίδια αν δεν υπήρχε αυτή τους η
υποστήριξη στον πάντα παραμελημένο
τομέα της διοικητικής μέριμνας. Στο αν,
λοιπόν, μπορούν ή όχι να προσφέρουν επί
της ουσίας οι γυναίκες, δεν νομίζω ότι
μπορεί να υπάρξει αμφιβολία. Έχουν
εφαρμόσει στη πράξη όσες φορές χρειάστηκε
και στο μέτρο που τους το επέτρεπαν οι
συνθήκες και η πολιτεία το δίπτυχο
“πολίτης-οπλίτης”. Και οι ικανότητές
τους συνεχίζουν να πιστοποιούνται και
σήμερα κάθε μέρα με άψογο τρόπο από τις
μόνιμες αξιωματικούς και υπαξιωματικούς
των Ενόπλων μας Δυνάμεων.
Το
ερώτημα που τίθεται, λοιπόν, είναι για
ποιο ακριβώς λόγο και εν όσο η χώρα μας
αντιμετωπίζει το μέγιστο όλων των
προβλημάτων, το δημογραφικό, που εντείνει
την λειψανδρία στις Ένοπλες Δυνάμεις,
δεν προχωράμε σε μια έστω υπό προϋποθέσεις
περιορισμένη ένταξη των γυναικών με
κάποιο τρόπο στο θεσμό της στρατιωτικής
θητείας. Θα πουν βέβαια κάποιοι δικαίως,
ότι εδώ δεν μπορούμε να πετύχουμε την
επαναφορά της θητείας σε αποδεκτά
χρονικά επίπεδα π.χ. των 16 ή έστω των 12
μηνών, πως θα μπορούσαμε να ελπίζουμε
ότι οι έτσι κι αλλιώς ευθυνόφοβοι
πολιτικοί μας «ηγέτες» θα δεχθούν το
πολιτικό κόστος ενός τέτοιου μέτρου,
ειδικά όταν ακόμα και οι άρρενες, στα
πρότυπα που τους δίδαξαν οι γονείς τους,
ψάχνουν τρόπους να αποφύγουν τις
υποχρεώσεις τους… Η απάντηση είναι ότι
το ορθό δεν είναι υποχρεωτικό να είναι
και αρεστό, ούτε η επισήμανσή του προς
προβληματισμό και διάλογο πρέπει να
υπόκειται στους ίδιους άθλιους όρους
που διέπουν την πολιτική «ηθική» της
χώρας μας. Θίγουμε αυτό που θεωρούμε
πως πρέπει θίξουμε και ελπίζουμε…στο
θαύμα της Κοινής Λογικής!
Το
ζήτημα της θητείας των γυναικών όμως,
εκτός της αμιγώς στρατιωτικής του
διάστασης έχει να κάνει και με την ίδια
την ισότητα των δύο φύλων για την οποία
τόσα έχουν ειπωθεί και θεσμοθετηθεί. Ή
είναι ίσα τα δύο φύλα ή όχι. Αν ναι, τότε
δεν δικαιολογείται η μη στράτευση των
γυναικών. Αν πάλι η απάντηση είναι όχι,
τότε αυτό ανατρέπει μια σειρά παραδοχών,
αντιλήψεων έως και νόμων και θεσμών που
έχουν βασιστεί στην ισότητα ανδρών και
γυναικών. Υπάρχει η άποψη ότι επειδή η
γυναίκα γεννάει παιδιά κατά μια έννοια
εκπληρώνει την υποχρέωσή της. Αν και
αυτό έχει μια σοβαρότητα ως επιχείρημα
δεν είναι ακριβές ή μάλλον δεν είναι
πλήρες και δίκαιο. Κι αυτό διότι μπορεί
η γυναίκα να μεγαλώνει τα παιδιά, όμως
σε μεγάλο βαθμό η ευθύνη της παροχής
των απαραιτήτων για την οικογένεια,
ακόμα και στις μέρες μας, πέφτει στους
ώμους του ανδρός. Κι εδώ είναι που
συναντούμε και μια άλλη αδικία: ενώ μετά
την αποφοίτηση είτε από το λύκειο είτε
από το πανεπιστήμιο ο άνδρας πρέπει να
διακόψει την επαγγελματική του εξέλιξη
για να καταταγεί, η γυναίκα έχει το
ελεύθερο να ξεκινήσει την καριέρα της.
Για τον άνδρα, λοιπόν, ως μελλοντικό
κύριο πάροχο της οικογένειας, αυτό είναι
ακόμα εμπόδιο. Η λύση, βέβαια, δεν είναι
η…ολική κατάργηση της θητείας, όπως
πολύ εύκολα θα τρέξουν κάποιοι άσχετοι
με το θέμα «φωστήρες» να προτείνουν. Η
λύση είναι η απεμπλοκή μας από ανούσια
στερεότυπα που οι κατά τ’ άλλα
«προοδευτικοί» της χώρας μας υποστηρίζουν
με ζήλο που θα ζήλευε και ο…Όλιβερ
Κρόμουελ! Στην Κύπρο είχε συζητηθεί το
1990 το εν λόγω ζήτημα και μάλιστα είχε
κατατεθεί και ολοκληρωμένο σχέδιο από
τον τότε υπουργό Εθνικής Άμυνας κ.
Αλωνεύτη. Είναι χαρακτηριστικό ότι από
τις αναφορές που υπάρχουν, οι αντιδράσεις
των συγκεκριμένων κύκλων ήταν τόσο
λυσσαλέες, που δεν δίστασαν να
χρησιμοποιήσουν ακόμα και κατεξοχήν
σεξιστικά και προσβλητικά για τις
γυναίκες «επιχειρήματα»...
Οι
ιδέες, λοιπόν, με τις οποίες θα μπορούσε
να εφαρμοστεί αυτό το μέτρο είναι
αρκετές. Θα μπορούσε πιλοτικά η στράτευση
να γίνει εθελοντική με την κατάλληλη
φυσικά διαφήμιση. Επιπροσθέτως θα
μπορούσαν να δοθούν κίνητρα με κάποια
μοριοδότηση για μελλοντικές προσλήψεις
ΕΠΟΠ ή ακόμα και στον ευρύτερο δημόσιο
τομέα, όπου εκτός των άλλων θα προσμετράται,
φυσικά, η θητεία ως χρόνος προϋπηρεσίας.
Όσο μικρή κι αν είναι η προσέλευση δεν
παύει να είναι γεγονός ότι θα είναι μια
αρχή αλλά και μια έστω και περιορισμένη
ευπρόσδεκτη ενίσχυση στην κατάσταση
επανδρώσεων που έχουμε φτάσει. Η στράτευση
θα μπορούσε να είναι για χρονικό διάστημα
6 έως 8 μηνών, με σκοπό να ολοκληρωθεί
σχολαστικά η αρχική και η βασική
εκπαίδευση (7-8 εβδομάδες) και χωρίς να
αποδοθεί ειδικότητα να προωθηθούν σε
δευτερεύουσες θέσεις και κυρίως σε
θέσεις γραφείου όπου χρειάζεται και
κυρίως στα μετόπισθεν. Εναλλακτικά θα
μπορούσαν να δοθούν ειδικότητες
δευτερευόντων καθηκόντων στο Υγειονομικό,
Σώμα Εφοδιασμού Μεταφορών, Υλικού
Πολέμου απελευθερώνοντας προσωπικό
για μονάδες της παραμεθορίου. Είτε σε
δεύτερη φάση, είτε και εξ αρχής, θα
μπορούσε να εισαχθεί και η υποχρεωτική
στράτευση στις πιο πάνω γενικές
κατευθύνσεις.
Σε
καμία περίπτωση οι προτάσεις για θέσεις
γραφείου ή δευτερεύουσες ειδικότητες
στα μετόπισθεν δεν υπονοεί αμφισβήτηση
των προαναφερθέντων ικανοτήτων των
γυναικών. Άλλωστε αυτές απλές προτάσεις
είναι που δεν αποκλείουν με την κατάλληλη
μελέτη να υπάρξει προώθηση γυναικών
και σε αμιγώς μάχιμες ειδικότητες και
μονάδες. Όμως, αυτά προτείνονται κυρίως
για λόγους από βιολογικούς και ανατομικούς
έως και κοινωνικούς (οι δυτικές κοινωνίες
έχουν πρόβλημα να δεχθούν απώλειες,
τραυματισμούς ή αιχμαλωσία γυναικών
σε μάχες). Επίσης, είναι γεγονός ότι
καθώς έχουμε να κάνουμε με εφέδρους του
“ασθενούς” φύλου, θα απαιτηθεί μεγαλύτερη
προσπάθεια και χρόνος για την επίτευξη
της κατάλληλης φυσικής κατάστασης και
κυρίως της κατάλληλης μάχιμης ψυχολογίας
απ' ότι για τους άνδρες στρατευσίμους.
Και τόσος χρόνος ενδεχομένως να μην
υπάρχει ή να μην συμφέρει να επενδυθεί.
Ας μην ξεχνάμε ότι η πολιτεία γενικά
οφείλει να νομοθετεί όχι με βάσει το
ιδανικό, αλλά με βάση τον εφικτό και
ρεαλιστικό μέσο όρο.
Παραδείγματα
άλλων χωρών που προβλέπουν την στράτευση
των γυναικών υπάρχουν και παρουσιάζουν
ενδιαφέρον. Πρώτη απ’ όλες το Ισραήλ
όπου έχει υποχρεωτική θητεία ίση με των
ανδρών που είναι 2 χρόνια! Μάλιστα με
εξαίρεση τις ειδικές και επίλεκτες
μονάδες, ουσιαστικά δεν υπάρχει καμία
πραγματική διαφοροποίηση στα καθήκοντα
που αναλαμβάνουν. Άλλο παράδειγμα είναι
η Νορβηγία όπου προσφάτως μάλιστα
καθιέρωσε την υποχρεωτική στράτευση
των γυναικών. Στην Ελβετία προβλέπεται
η προαιρετική θητεία ενώ και στη Γερμανία,
πριν καταργηθεί γενικά η στράτευση πολύ
πρόσφατα, υπήρχε η πρόβλεψη για εθελοντική
κατάταξη γυναικών. Στη δε Ρωσία συζητείται
σοβαρά η πρόταση για εισαγωγή της θητείας
του «ασθενούς» φύλου.
Στην
Ελλάδα του 21ου αιώνα, ακόμα πρέπει
να ιδρώσεις για να αποδείξεις ότι η Γη
δεν είναι επίπεδη. Οι πολιτικοί μας
ηγήτορες, ασχολούνται με τα δικαιώματα
των πάντων -τραπεζιτών, λαθρομεταναστών,
δανειστών, τρομοκρατών, ημετέρων κτλ.-
πλην των Ελλήνων. Κάποιοι μάλιστα λένε
«να το ρισκάρουμε με την Τουρκία»…
Υπάρχει, λοιπόν, πλήρης αντίληψη της
απόστασης που πρέπει να καλυφθεί για
να μπορέσουμε να δούμε αληθινά προοδευτικές
απόψεις σαν κι αυτή να υλοποιούνται.
Όμως, αν δεν πέσουν για αρχή τα θέματα
στο τραπέζι, τα επόμενα βήματα δεν θα
γίνουν ποτέ. Κι ας μας λοιδορήσουν, κι
ας μας χλευάσουν, κι ας μας βρίσουν…
* Ο
Παναγιώτης Α. Καράμπελας είναι Στρατηγικός
και Πολιτικός Αναλυτής, συνεργάτης του
Ελληνικού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών
Αναλύσεων (ΕΛ.Κ.Ε.Δ.Α.).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου